Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συμπάθεια
συμπαθέω
συμπαθής
συμπαιᾱνίζω
συμπαιδεύω
συμπαίζω
συμπαιστής
συμπαίω
συμπαιωνίζω
σύμπᾱκτος
συμπαλαίω
συμπανηγυρίζω
συμπαραγγέλλω
συμπαραγίγνομαι
συμπαραθέω
συμπαραινέω
συμπαρακαθέζομαι
συμπαρακαθίζομαι
συμπαρακαλέω
συμπαράκειμαι
συμπαρακελεύομαι
View word page
συμ-παλαίω
συμ-παλαίωvb wrestle withw.dat.someonePlu.fig.foreign dominationPlb.

ShortDef

wrestle in company with

Debugging

Headword:
συμπαλαίω
Headword (normalized):
συμπαλαίω
Headword (normalized/stripped):
συμπαλαιω
IDX:
37784
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37785
Key:
συμπαλαίω

Data

{'headword_display': '<b>συμ-παλαίω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συμ-παλαίω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>wrestle with</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>someone<Au>Plu.</Au></Cmpl><vS2><Indic>fig.</Indic><Obj>foreign domination<Au>Plb.</Au></Obj> </vS2> </vS1> </VE>', 'key': 'συμπαλαίω'}