Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σύμμιξις
συμμίσγω
συμμῑσέω
σύμμολπος
συμμορίᾱ
σύμμορος
συμμοχθέω
συμμυέομαι
συμμῡ́ω
συμπαγής
συμπάθεια
συμπαθέω
συμπαθής
συμπαιᾱνίζω
συμπαιδεύω
συμπαίζω
συμπαιστής
συμπαίω
συμπαιωνίζω
σύμπᾱκτος
συμπαλαίω
View word page
συμπάθεια
συμπάθειαᾱςfσυμπαθής fellow feelingfig.reverberationof bronze plates, in response to noisePlb.

ShortDef

fellow-feeling, sympathy

Debugging

Headword:
συμπάθεια
Headword (normalized):
συμπάθεια
Headword (normalized/stripped):
συμπαθεια
IDX:
37774
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37775
Key:
συμπάθεια

Data

{'headword_display': '<b>συμπάθεια</b>', 'content': '<NE><HG><HL>συμπάθεια</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>συμπαθής</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>fellow feeling</Def><nS2><Indic>fig.</Indic><Tr>reverberation<Expl>of bronze plates, in response to noise</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'συμπάθεια'}