Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σῡκίς
σῡκολογέω
σῡκομορέᾱ
σῦκον
σῡκοπέδῑλος
σῡκοτραγέω
σῡκοφαντέω
σῡκοφάντημα
σῡκοφάντης
σῡκοφαντίᾱ
σῡκοφαντίᾱς
σῡκοφαντικός
σῡκοφάντρια
σῡλάω
σῡλέομαι
σῡλεύω
σῡ́λη
σῡ́λησις
σῡλήτωρ
συλλαβή
συλλαγχάνω
View word page
σῡκοφαντίᾱς
σῡκοφαντίᾱςουmcom. name for a wind, fig.ref. to a personslandererAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σῡκοφαντίᾱς
Headword (normalized):
σῡκοφαντίᾱς
Headword (normalized/stripped):
συκοφαντιας
IDX:
37646
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37647
Key:
σῡκοφαντίᾱς

Data

{'headword_display': '<b>σῡκοφαντίᾱς</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σῡκοφαντίᾱς</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS></HG><nS1><Indic>com. name for a wind, fig.ref. to a person</Indic><Tr>slanderer</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'σῡκοφαντίᾱς'}