Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συγκλέπτω
σύγκληρος
συγκληρόω
συγκλητικός
σύγκλητος
συγκλινής
συγκλινίᾱ
συγκλῑ́νω
σύγκλισις
συγκλονέω
σύγκλυς
συγκλυσμός
συγκοιμάομαι
συγκοίμημα
συγκοίμησις
συγκοιμίζω
συγκοινόομαι
συγκοινωνέω
σύγκοιτος
συγκολάζω
συγκολλάω
View word page
σύγ-κλυς
σύγκλυςξύγ-υδοςmasc.fem.adjκλύζω washed togetherfig., of troops, people, a crowdscraped together, nondescriptTh. Pl. Plu.

ShortDef

washed together

Debugging

Headword:
σύγκλυς
Headword (normalized):
σύγκλυς
Headword (normalized/stripped):
συγκλυς
IDX:
37544
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37545
Key:
σύγκλυς

Data

{'headword_display': '<b>σύγ-κλυς</b>', 'content': '<AE><HG><HL>σύγ<hyph/>κλυς<VL><FmHL>ξύγ-</FmHL></VL></HL><Infl>υδος</Infl><PS>masc.fem.adj</PS><Ety><Ref>κλύζω</Ref></Ety></HG> <aS1><Def>washed together</Def><aS2><Indic>fig., of troops, people, a crowd</Indic><Tr>scraped together, nondescript</Tr><Au>Th. Pl. Plu.</Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'σύγκλυς'}