Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σύγκλεισις
συγκλείω
συγκλέπτω
σύγκληρος
συγκληρόω
συγκλητικός
σύγκλητος
συγκλινής
συγκλινίᾱ
συγκλῑ́νω
σύγκλισις
συγκλονέω
σύγκλυς
συγκλυσμός
συγκοιμάομαι
συγκοίμημα
συγκοίμησις
συγκοιμίζω
συγκοινόομαι
συγκοινωνέω
σύγκοιτος
View word page
σύγκλισις
σύγκλισιςεωςf convergence of slopespl.depressions, hollowsPlb.cj. Plu.seeσύγκλεισις 3

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σύγκλισις
Headword (normalized):
σύγκλισις
Headword (normalized/stripped):
συγκλισις
IDX:
37542
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37543
Key:
σύγκλισις

Data

{'headword_display': '<b>σύγκλισις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σύγκλισις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Def>convergence of slopes</Def><SGrm><GLbl>pl.</GLbl><Def>depressions, hollows</Def><Au>Plb.<LblR>cj.</LblR> Plu.</Au></SGrm><XR>see<Ref>σύγκλεισις</Ref> 3</XR></nS1></NE>', 'key': 'σύγκλισις'}