Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συγκατορθόω
συγκατορύττω
σύγκαυσις
σύγκειμαι
συγκελεύω
συγκεντέω
συγκεράννῡμι
συγκεραυνόομαι
συγκερκίζω
συγκεφαλαιόομαι
συγκεφαλαίωσις
συγκεχυμένως
συγκηδεστής
συγκινδῡνεύω
συγκῑνέω
συγκλάω
σύγκλεισις
συγκλείω
συγκλέπτω
σύγκληρος
συγκληρόω
View word page
συγκεφαλαίωσις
συγκεφαλαίωσιςεωςf summary, résuméw.gen.of sthg.Plb.

ShortDef

summing up, summary

Debugging

Headword:
συγκεφαλαίωσις
Headword (normalized):
συγκεφαλαίωσις
Headword (normalized/stripped):
συγκεφαλαιωσις
IDX:
37526
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37527
Key:
συγκεφαλαίωσις

Data

{'headword_display': '<b>συγκεφαλαίωσις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>συγκεφαλαίωσις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>summary, résumé<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of sthg.</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'συγκεφαλαίωσις'}