Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συγκαταπλέκω
συγκαταπρᾱ́σσω
συγκατασκάπτω
συγκατασκεδάννυμαι
συγκατασκευάζω
συγκατασκηνόω
συγκατασκήπτω
συγκαταστασιάζω
συγκατάστασις
συγκαταστρέφω
συγκατατάττω
συγκατατίθεμαι
συγκατατρῑ́βω
συγκαταφαγεῖν
συγκαταφέρομαι
συγκαταφθείρω
συγκατάφυρτος
συγκαταψεύδομαι
συγκαταψηφίζομαι
συγκατείργω
συγκατεξανίσταμαι
View word page
συγ-κατατάττω
συγκατατάττωAtt.vb draw up togethertwo detachments of cavalryX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συγκατατάττω
Headword (normalized):
συγκατατάττω
Headword (normalized/stripped):
συγκαταταττω
IDX:
37495
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37496
Key:
συγκατατάττω

Data

{'headword_display': '<b>συγ-κατατάττω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συγ<hyph/>κατατάττω</HL><PS>Att.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>draw up together</Tr><Obj>two detachments of cavalry<Au>X.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'συγκατατάττω'}