Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συγκαταλῡ́ω
συγκαταμείγνῡμι
συγκαταναυμαχέω
συγκατανέμομαι
συγκατανεύω
συγκαταπίμπλημι
συγκαταπλέκω
συγκαταπρᾱ́σσω
συγκατασκάπτω
συγκατασκεδάννυμαι
συγκατασκευάζω
συγκατασκηνόω
συγκατασκήπτω
συγκαταστασιάζω
συγκατάστασις
συγκαταστρέφω
συγκατατάττω
συγκατατίθεμαι
συγκατατρῑ́βω
συγκαταφαγεῖν
συγκαταφέρομαι
View word page
συγ-κατασκευάζω
συγκατασκευάζωξυγ-vb helpsts. w.dat.someoneto foundestablishan empire, institutionTh. Isoc. X. Plb. helpsts. w.dat.someoneto achievesthg.D. Plb. help to promotehuman lifePl.a warD.of incomehelp to providewhat is neededX.

ShortDef

to help in establishing

Debugging

Headword:
συγκατασκευάζω
Headword (normalized):
συγκατασκευάζω
Headword (normalized/stripped):
συγκατασκευαζω
IDX:
37489
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37490
Key:
συγκατασκευάζω

Data

{'headword_display': '<b>συγ-κατασκευάζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συγ<hyph/>κατασκευάζω<VL><FmHL>ξυγ-</FmHL></VL></HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>help<Prnth>sts. <GLbl>w.dat.</GLbl>someone</Prnth>to found<or/>establish</Tr><Obj>an empire, institution<Au>Th. Isoc. X. Plb.</Au></Obj> </vS1> <vS1><Tr>help<Prnth>sts. <GLbl>w.dat.</GLbl>someone</Prnth>to achieve</Tr><Obj>sthg.<Au>D. Plb.</Au></Obj> </vS1> <vS1><Tr>help to promote</Tr><Obj>human life<Au>Pl.</Au></Obj><Obj>a war<Au>D.</Au></Obj><vS2><Indic>of income</Indic><Tr>help to provide</Tr><Obj>what is needed<Au>X.</Au></Obj></vS2> </vS1> </VE>', 'key': 'συγκατασκευάζω'}