Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συγκατακτείνω
συγκαταλαμβάνω
συγκαταλείπω
συγκαταλῡ́ω
συγκαταμείγνῡμι
συγκαταναυμαχέω
συγκατανέμομαι
συγκατανεύω
συγκαταπίμπλημι
συγκαταπλέκω
συγκαταπρᾱ́σσω
συγκατασκάπτω
συγκατασκεδάννυμαι
συγκατασκευάζω
συγκατασκηνόω
συγκατασκήπτω
συγκαταστασιάζω
συγκατάστασις
συγκαταστρέφω
συγκατατάττω
συγκατατίθεμαι
View word page
συγ-καταπρᾱ́σσω
συγκαταπρᾱ́σσωvb help to accomplishsthg.D.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συγκαταπρᾱ́σσω
Headword (normalized):
συγκαταπρᾱ́σσω
Headword (normalized/stripped):
συγκαταπρασσω
IDX:
37486
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37487
Key:
συγκαταπρᾱ́σσω

Data

{'headword_display': '<b>συγ-καταπρᾱ́σσω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συγ<hyph/>καταπρᾱ́σσω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>help to accomplish</Tr><Obj>sthg.<Au>D.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'συγκαταπρᾱ́σσω'}