Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συγκατακληίομαι
συγκατακλῑ́νομαι
συγκατακόπτομαι
συγκατακτάομαι
συγκατακτείνω
συγκαταλαμβάνω
συγκαταλείπω
συγκαταλῡ́ω
συγκαταμείγνῡμι
συγκαταναυμαχέω
συγκατανέμομαι
συγκατανεύω
συγκαταπίμπλημι
συγκαταπλέκω
συγκαταπρᾱ́σσω
συγκατασκάπτω
συγκατασκεδάννυμαι
συγκατασκευάζω
συγκατασκηνόω
συγκατασκήπτω
συγκαταστασιάζω
View word page
συγ-κατανέμομαι
συγκατανέμομαιξυγ-mid.vb of settlersshare in the distribution oflandTh.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συγκατανέμομαι
Headword (normalized):
συγκατανέμομαι
Headword (normalized/stripped):
συγκατανεμομαι
IDX:
37482
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37483
Key:
συγκατανέμομαι

Data

{'headword_display': '<b>συγ-κατανέμομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συγ<hyph/>κατανέμομαι<VL><FmHL>ξυγ-</FmHL></VL></HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of settlers</Indic><Tr>share in the distribution of</Tr><Obj>land<Au>Th.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'συγκατανέμομαι'}