Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συγγένεια
συγγενέτειρα
συγγενής
συγγένησις
συγγενικός
συγγενίς
συγγεννάω
συγγεννήτωρ
συγγεωργέω
συγγέωργος
συγγηθέω
συγγηράσκω
συγγίγνομαι
συγγιγνώσκω
σύγγνοια
συγγνώμη
συγγνωμονικός
συγγνωμοσύνη
συγγνώμων
συγγνωρίζω
συγγνωστέος
View word page
συγ-γηθέω
συγγηθέωξυγ-contr.vbonly pf.w.pres.sens.
ξυγγέγηθα
of a slavejoin in rejoicingat his master's good fortuneE.

ShortDef

to rejoice with

Debugging

Headword:
συγγηθέω
Headword (normalized):
συγγηθέω
Headword (normalized/stripped):
συγγηθεω
IDX:
37405
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37406
Key:
συγγηθέω

Data

{'headword_display': '<b>συγ-γηθέω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>συγ<hyph/>γηθέω<VL><FmHL>ξυγ-</FmHL></VL></HL><PS>contr.vb</PS><FG><Tns><Lbl>only pf.<Expl>w.pres.sens.</Expl></Lbl><Form>ξυγγέγηθα</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Indic>of a slave</Indic><Tr>join in rejoicing<Expl>at his master's good fortune</Expl></Tr><Au>E.</Au> </vS1> </VE>", 'key': 'συγγηθέω'}