Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

στυφελίζω
στυφελός
στύφλος
στυφοκόπος
στῡ́ω
στῶ
Στωικός
στωμυλίᾱ
στωμυλιοσυλλεκτάδης
στωμύλλω
στωμύλματα
στωμύλος
σύ
συβαριάζω
Σύβαρις
συβήνη
συβόσιον
συβώτης
σύγγαμος
συγγείτων
συγγελάω
View word page
στωμύλματα
στωμύλματατωνn.pl ref. to Euripidean poetrychit-chatAr.ref. to poetschatterboxesAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
στωμύλματα
Headword (normalized):
στωμύλματα
Headword (normalized/stripped):
στωμυλματα
IDX:
37384
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37385
Key:
στωμύλματα

Data

{'headword_display': '<b>στωμύλματα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>στωμύλματα</HL><Infl>των</Infl><PS>n.pl</PS></HG> <nS1><Indic>ref. to Euripidean poetry</Indic><Tr>chit-chat</Tr><Au>Ar.</Au><nS2><Indic>ref. to poets</Indic><Tr>chatterboxes</Tr><Au>Ar.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'στωμύλματα'}