Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

στύραξ
στυφελιγμός
στυφελίζω
στυφελός
στύφλος
στυφοκόπος
στῡ́ω
στῶ
Στωικός
στωμυλίᾱ
στωμυλιοσυλλεκτάδης
στωμύλλω
στωμύλματα
στωμύλος
σύ
συβαριάζω
Σύβαρις
συβήνη
συβόσιον
συβώτης
σύγγαμος
View word page
στωμυλιο-συλλεκτάδης
στωμυλιοσυλλεκτάδηςουmσυλλέγω prattle-collectorref. to EuripidesAr.

ShortDef

a gossip-gleaner

Debugging

Headword:
στωμυλιοσυλλεκτάδης
Headword (normalized):
στωμυλιοσυλλεκτάδης
Headword (normalized/stripped):
στωμυλιοσυλλεκταδης
IDX:
37382
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37383
Key:
στωμυλιοσυλλεκτάδης

Data

{'headword_display': '<b>στωμυλιο-συλλεκτάδης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>στωμυλιο<hyph/>συλλεκτάδης</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>συλλέγω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>prattle-collector<Expl>ref. to Euripides</Expl></Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'στωμυλιοσυλλεκτάδης'}