Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

στρεπταίγλᾱ
στρεπτικός
στρεπτός
στρεπτοφόρος
στρεύγομαι
στρεφεδῑνέομαι
στρέφω
στρεψοδικέω
στρεψοδικοπανουργίᾱ
στρηνές
στριβιλικίγξ
στρίγξ
στριφνός
στροβέω
στρόβῑλος
στροβῑλώδης
στρόβος
στρογγύλος
στρογγυλότης
στρόμβος
στροτιώτερος
View word page
στριβι-λικίγξ
στριβιλικίγξadvapp.στρίβος thin shrill cry, λίκιγξ faint bird sound in neg.phr., expressing emphatic refusalwith a peeptweeti.e. not even in the faintest possible way or to the slightest degree Ar.

ShortDef

the least

Debugging

Headword:
στριβιλικίγξ
Headword (normalized):
στριβιλικίγξ
Headword (normalized/stripped):
στριβιλικιγξ
IDX:
37312
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37313
Key:
στριβιλικίγξ

Data

{'headword_display': '<b>στριβι-λικίγξ</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>στριβι<hyph/>λικίγξ</HL><PS>adv</PS><Ety>app.<Gr>στρίβος</Gr> <ital>thin shrill cry</ital>, <Gr>λίκιγξ</Gr> <ital>faint bird sound</ital></Ety></vHG> <advS1><Indic>in neg.phr., expressing emphatic refusal</Indic><Tr>with a peep<or/>tweet<Expl>i.e. not even in the faintest possible way or to the slightest degree</Expl></Tr> <Au>Ar.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'στριβιλικίγξ'}