Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

στιλπνός
στιλπνότης
στίξ
στιπτός
στῖφος
στῑφρός
στιχάομαι
στιχάς
στίχες
στίχος
στίχω
στλεγγίς
στοᾱ́
στοιβή
στοιχεῖον
στοιχειώδης
στοιχέω
στοιχηγορέω
στοιχηδόν
στοιχίζω
στοῖχος
View word page
στίχω
στίχωvbseeστείχω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
στίχω
Headword (normalized):
στίχω
Headword (normalized/stripped):
στιχω
IDX:
37206
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37207
Key:
στίχω

Data

{'headword_display': '<b>στίχω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>στίχω</HL><PS>vb</PS></HG><XR>see<Ref>στείχω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'στίχω'}