Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

στιβάδιον
στιβαδοκοιτέω
στιβαρός
στιβάς
στιβέομαι
στῑ́βη
στῑβήεις
στίβος
στιγεύς
στίγματα
στιγματίᾱς
στιγμή
στιγμός
στίζω
στικτός
στίλβω
στίλη
στιλπνός
στιλπνότης
στίξ
στιπτός
View word page
στιγματίᾱς
στιγματίᾱςουIon.στιγματίηςεωm tattooed slavecriminalAsius Ar. X. Thphr.cj.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
στιγματίᾱς
Headword (normalized):
στιγματίᾱς
Headword (normalized/stripped):
στιγματιας
IDX:
37189
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37190
Key:
στιγματίᾱς

Data

{'headword_display': '<b>στιγματίᾱς</b>', 'content': '<NE><HG><HL>στιγματίᾱς</HL><Infl>ου</Infl><VL><Lbl>Ion.</Lbl><FmHL>στιγματίης</FmHL><VInfl><FmInfl>εω</FmInfl></VInfl></VL><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>tattooed slave<or/>criminal</Tr><Au>Asius Ar. X. Thphr.<LblR>cj.</LblR></Au></nS1></NE>', 'key': 'στιγματίᾱς'}