Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

στῑ́ᾱ
στιβάδιον
στιβαδοκοιτέω
στιβαρός
στιβάς
στιβέομαι
στῑ́βη
στῑβήεις
στίβος
στιγεύς
στίγματα
στιγματίᾱς
στιγμή
στιγμός
στίζω
στικτός
στίλβω
στίλη
στιλπνός
στιλπνότης
στίξ
View word page
στίγματα
στίγματατωνn.pl tattoo-marks, tattoosHdt. Plu.marks, spotson serpentsHes.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
στίγματα
Headword (normalized):
στίγματα
Headword (normalized/stripped):
στιγματα
IDX:
37188
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37189
Key:
στίγματα

Data

{'headword_display': '<b>στίγματα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>στίγματα</HL><Infl>των</Infl><PS>n.pl</PS></HG> <nS1><Tr>tattoo-marks, tattoos</Tr><Au>Hdt. Plu.</Au></nS1><nS1><Tr>marks, spots<Expl>on serpents</Expl></Tr><Au>Hes.</Au></nS1></NE>', 'key': 'στίγματα'}