Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
στεφανίζω
στεφανίσκος
στεφανῑ́της
στέφανος
στεφανόω
στεφανώδης
στεφάνωμα
στεφανωτρίς
στέφος
στέφω
στέωμεν
στῆθος
στήλη
στηλῑ́της
στήμεναι
στημόνιος
στημονονητικός
στημονοφυής
στημορραγέω
στήμων
στῆν
View word page
στέωμεν
στέωμεν
ep.1pl.athem.aor.subj.
στῇ
3sg.
στήῃ
ep.3sg.
στήῃς
ep.2sg.
στῆθι
athem.aor.imperatv.
see
ἵσταμαι
, under
ἵστημι
ShortDef
segestrum
Debugging
Headword:
στέωμεν
Headword (normalized):
στέωμεν
Headword (normalized/stripped):
στεωμεν
IDX:
37159
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37160
Key:
στέωμεν
Data
{'headword_display': '<b>στέωμεν</b>', 'content': '<XE><RefFm>στέωμεν<LblR>ep.1pl.athem.aor.subj.</LblR></RefFm><RefFm>στῇ<LblR>3sg.</LblR></RefFm><RefFm>στήῃ<LblR>ep.3sg.</LblR></RefFm><RefFm>στήῃς<LblR>ep.2sg.</LblR></RefFm><RefFm>στῆθι<LblR>athem.aor.imperatv.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἵσταμαι</Ref>, under<Ref>ἵστημι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'στέωμεν'}