Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

στερίσκω
στέριφος
στερκτέον
στερκτικός
στερκτός
στερνοκτύπος
στέρνον
στερνοτυπής
στερνοῦχος
στέρομαι
στεροπή
στεροπηγερέτα
στέροψ
στερροποιέομαι
στερρός
στέρφος
στεῦμαι
στεφάνη
στεφανηπλοκέω
στεφανηφορέω
στεφανηφορίᾱ
View word page
στεροπή
στεροπήῆς
dial.στεροπᾱ́ᾶς
freltd.ἀστεροπή
lightning flashIl. Hes. Ibyc. Pi. Trag. AR. flashing light, gleamof bronzeHom.of sunlightS.

ShortDef

a flash of lightning

Debugging

Headword:
στεροπή
Headword (normalized):
στεροπή
Headword (normalized/stripped):
στεροπη
IDX:
37137
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37138
Key:
στεροπή

Data

{'headword_display': '<b>στεροπή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>στεροπή</HL><Infl>ῆς</Infl><DL><Lbl>dial.</Lbl><FmHL>στεροπᾱ́</FmHL><DInfl><FmInfl>ᾶς</FmInfl></DInfl></DL><PS>f</PS><Ety>reltd.<Ref>ἀστεροπή</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>lightning flash</Tr><Au>Il. Hes. Ibyc. Pi. Trag. AR.</Au></nS1> <nS1><Tr>flashing light, gleam<Expl>of bronze</Expl></Tr><Au>Hom.</Au><nS2><Indic>of sunlight</Indic><Au>S.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'στεροπή'}