Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀλῡ́ω
ἄλφα
ἀλφάνω
Ἀλφειός
ἀλφεσίβοιος
ἀλφησταί
ἄλφι
ἄλφιτα
ἀλφιταμοιβός
ἀλφιτεύω
ἄλφιτον
ἀγαθοποιέω
ἀγαθός
ἀγαθουργέω
ἀγαίομαι
ἀγακλεής
ἀγακλειτός
ἀγακλυτός
ἀγακτίμενος
ἀγάλακτος
ἀγάλαξ
View word page
ἄλφιτον
ἄλφιτονn.sgseeἄλφιτα

ShortDef

barley groats

Debugging

Headword:
ἄλφιτον
Headword (normalized):
ἄλφιτον
Headword (normalized/stripped):
αλφιτον
IDX:
3707
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3708
Key:
ἄλφιτον

Data

{'headword_display': '<b>ἄλφιτον</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἄλφιτον</HL><PS>n.sg</PS></HG><XR>see<Ref>ἄλφιτα</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἄλφιτον'}