Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

στατέον
στατήρ
στατίζω
στατικός
στατός
σταυρός
σταυρόω
σταύρωμα
σταύρωσις
σταφίς
σταφυλή
σταφύλη
σταφυλίς
στάχυς
στέᾱρ
στέγᾱ
στεγάζω
στεγανός
στέγαρχος
στέγασμα
στεγαστρίς
View word page
σταφυλή
σταφυλήῆς
Aeol.σταφύλᾱᾱς
f
usu.pl.ripe grapeHom. Hes. Alc. Pl. X.

ShortDef

a bunch of grapes

Debugging

Headword:
σταφυλή
Headword (normalized):
σταφυλή
Headword (normalized/stripped):
σταφυλη
IDX:
37058
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37059
Key:
σταφυλή

Data

{'headword_display': '<b>σταφυλή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σταφυλή</HL><Infl>ῆς</Infl><DL><Lbl>Aeol.</Lbl><FmHL>σταφύλᾱ</FmHL><DInfl><FmInfl>ᾱς</FmInfl></DInfl></DL><PS>f</PS></HG> <nS1><Indic>usu.pl.</Indic><Tr>ripe grape</Tr><Au>Hom. Hes. Alc. Pl. X.<NBPlus/></Au></nS1> </NE>', 'key': 'σταφυλή'}