Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

στᾶσα
στασιάζω
στασίαρχος
στασιασμός
στασιαστής
στασιαστικός
στάσιμος
στάσις
Στᾱσίχορος
στασιώδης
στασιωρός
στασιῶται
στασιωτείᾱ
στασιωτικός
στάσκον
στατέον
στατήρ
στατίζω
στατικός
στατός
σταυρός
View word page
στασιωρός
στασιωρόςοῦmοὖρος2ὁράω guardian of the foldref. to Silenos or perh. a ramE.Cyc.

ShortDef

watcher of the station

Debugging

Headword:
στασιωρός
Headword (normalized):
στασιωρός
Headword (normalized/stripped):
στασιωρος
IDX:
37043
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37044
Key:
στασιωρός

Data

{'headword_display': '<b>στασιωρός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>στασιωρός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>οὖρος<Hm>2</Hm></Ref><Ref>ὁράω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>guardian of the fold<Expl>ref. to Silenos or perh. a ram</Expl></Tr><Au>E.<Wk>Cyc.</Wk></Au></nS1></NE>', 'key': 'στασιωρός'}