Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σταιτινοκογχομαγής
σταίτινος
στακτός
στᾱ́λᾱ
στάλαγμα
σταλαγμός
σταλάσσω
σταλάω
στάλιξ
στᾶμεν
σταμίνες
στάμνος
στᾱ́μων
στᾶν
στᾶσα
στασιάζω
στασίαρχος
στασιασμός
στασιαστής
στασιαστικός
στάσιμος
View word page
σταμίνες
σταμίνεςωνm.plἵστημιep.dat.
σταμίνεσσι
supportsperh.ribsof a ship's hullOd.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σταμίνες
Headword (normalized):
σταμίνες
Headword (normalized/stripped):
σταμινες
IDX:
37029
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37030
Key:
σταμίνες

Data

{'headword_display': '<b>σταμίνες</b>', 'content': "<NE><HG><HL>σταμίνες</HL><Infl>ων</Infl><PS>m.pl</PS><Ety><Ref>ἵστημι</Ref></Ety><FG><Case><Lbl>ep.dat.</Lbl><Form>σταμίνεσσι</Form></Case></FG></HG> <nS1><Def>supports</Def><nS2><Qualif>perh.</Qualif><Tr>ribs<Expl>of a ship's hull</Expl></Tr><Au>Od.</Au></nS2></nS1></NE>", 'key': 'σταμίνες'}