Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σταγών
σταδαῖος
σταδιεύς
σταδιοδρομέω
σταδιοδρόμος
στάδιον
στάδιος
στάζω
στάθεν
σταθερός
σταθευτός
σταθεύω
σταθήσομαι
στάθητι
σταθμάω
στάθμη
σταθμητός
σταθμοδότης
σταθμός
σταίην
σταῖς
View word page
σταθευτός
σταθευτόςή όνadjσταθεύω of Prometheusscorchedw.dat.by the sun's flameA.

ShortDef

scorched, burnt

Debugging

Headword:
σταθευτός
Headword (normalized):
σταθευτός
Headword (normalized/stripped):
σταθευτος
IDX:
37008
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37009
Key:
σταθευτός

Data

{'headword_display': '<b>σταθευτός</b>', 'content': "<AE><HG><HL>σταθευτός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>σταθεύω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Prometheus</Indic><Tr>scorched<Expl><GLbl>w.dat.</GLbl>by the sun's flame</Expl></Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>", 'key': 'σταθευτός'}