Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σπουδαρχίδης
σπούδασμα
σπουδαστέος
σπουδαστής
σπουδαστικός
σπουδαστός
σπουδή
σπυρίς
σπώμην
στάγες
στάγμα
σταγών
σταδαῖος
σταδιεύς
σταδιοδρομέω
σταδιοδρόμος
στάδιον
στάδιος
στάζω
στάθεν
σταθερός
View word page
στάγμα
στάγμαατοςnστάζω distillationof a bee, ref. to honeyA.

ShortDef

a drop, distilment

Debugging

Headword:
στάγμα
Headword (normalized):
στάγμα
Headword (normalized/stripped):
σταγμα
IDX:
36997
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36998
Key:
στάγμα

Data

{'headword_display': '<b>στάγμα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>στάγμα</HL><Infl>ατος</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>στάζω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>distillation<Expl>of a bee, ref. to honey</Expl></Tr><Au>A.</Au></nS1></NE>', 'key': 'στάγμα'}