Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
σπεῖος
σπεῖρα
σπειρᾱ́ματα
σπειρηδόν
σπεῖρον
σπειρόω
σπείρω
σπένδω
σπέος
σπέρμα
σπερμαγοραιολεκιθολαχανοπώλιδες
σπερμαίνω
σπερμολογίᾱ
σπερμολόγος
σπερχνός
σπέρχω
σπερῶ
σπέσθαι
σπεύδω
σπευσίδωρος
σπευστικός
View word page
σπερμ-αγοραιο-λεκιθο-λαχανοπώλιδες
σπερμ-αγοραιο-λεκιθο-λαχανοπώλιδες
ων
f.pl
ἀγοραῖος
λέκιθος
λαχανόπωλις
market-breed of porridge-and-vegetable-saleswomen
Ar.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
σπερμαγοραιολεκιθολαχανοπώλιδες
Headword (normalized):
σπερμαγοραιολεκιθολαχανοπώλιδες
Headword (normalized/stripped):
σπερμαγοραιολεκιθολαχανοπωλιδες
IDX:
36925
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36926
Key:
σπερμαγοραιολεκιθολαχανοπώλιδες
Data
{'headword_display': '<b>σπερμ-αγοραιο-λεκιθο-λαχανοπώλιδες</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σπερμ-αγοραιο-λεκιθο-λαχανοπώλιδες</HL><Infl>ων</Infl><PS>f.pl</PS><Ety><Ref>ἀγοραῖος</Ref><Ref>λέκιθος</Ref><Ref>λαχανόπωλις</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>market-breed of porridge-and-vegetable-saleswomen</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'σπερμαγοραιολεκιθολαχανοπώλιδες'}