Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σπάνιος
σπανιότης
σπάνις
σπανιστός
σπανοσῑτίᾱ
σπάραγμα
σπαραγμός
σπαράσσω
σπαργανάω
σπαργανίζω
σπαργανιώτης
σπάργανον
σπαργανόω
σπαργάω
σπάργω
σπαρείς
σπαρνός
Σπάρτη
σπάρτον
σπαρτός
σπάρτος
View word page
σπαργανιώτης
σπαργανιώτηςουm baby in swaddling-clotheshHom.

ShortDef

a child in swaddling-clothes

Debugging

Headword:
σπαργανιώτης
Headword (normalized):
σπαργανιώτης
Headword (normalized/stripped):
σπαργανιωτης
IDX:
36898
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36899
Key:
σπαργανιώτης

Data

{'headword_display': '<b>σπαργανιώτης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σπαργανιώτης</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>baby in swaddling-clothes</Tr><Au>hHom.</Au></nS1></NE>', 'key': 'σπαργανιώτης'}