Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σμῑκρός
σμῖλαξ
σμῑλεύματα
σμῑ́λη
Σμινθεύς
σμινύη
σμυγερός
σμυρίζω
σμύρνα
Σμύρνα
σμυρνίζομαι
σμῡ́χω
σμῶδιξ
σμώχω
σοβαρός
σοβέω
σόει
σοί
σοῖο
σολοικίζω
σόλοικος
View word page
σμυρνίζομαι
σμυρνίζομαιpass.vb of winebe flavoured with myrrhNT.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σμυρνίζομαι
Headword (normalized):
σμυρνίζομαι
Headword (normalized/stripped):
σμυρνιζομαι
IDX:
36849
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36850
Key:
σμυρνίζομαι

Data

{'headword_display': '<b>σμυρνίζομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>σμυρνίζομαι</HL><PS>pass.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of wine</Indic><Tr>be flavoured with myrrh</Tr><Au>NT.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'σμυρνίζομαι'}