Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σκορδινάομαι
σκοροδάλμη
σκοροδίζω
σκόροδον
σκοροδοπανδοκευτριαρτόπωλις
σκορπίδιον
σκορπίζω
σκορπίος
σκοταῖος
σκοτεινός
σκοτεινότης
σκοτίᾱ
σκοτίζομαι
σκότιος
σκοτοβῑνιάω
σκοτοδασυπυκνόθριξ
σκοτοδῑνίᾱ
σκοτοδῑνιάω
σκοτόεις
σκοτομήνιος
σκότος
View word page
σκοτεινότης
σκοτεινότηςητοςf darkness, obscurityPl.

ShortDef

darkness, obscurity

Debugging

Headword:
σκοτεινότης
Headword (normalized):
σκοτεινότης
Headword (normalized/stripped):
σκοτεινοτης
IDX:
36755
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36756
Key:
σκοτεινότης

Data

{'headword_display': '<b>σκοτεινότης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σκοτεινότης</HL><Infl>ητος</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>darkness, obscurity</Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'σκοτεινότης'}