Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σκοπιᾱ́
σκοπιάζω
σκοπιωρέομαι
σκοπός
σκορακίζω
σκορδινάομαι
σκοροδάλμη
σκοροδίζω
σκόροδον
σκοροδοπανδοκευτριαρτόπωλις
σκορπίδιον
σκορπίζω
σκορπίος
σκοταῖος
σκοτεινός
σκοτεινότης
σκοτίᾱ
σκοτίζομαι
σκότιος
σκοτοβῑνιάω
σκοτοδασυπυκνόθριξ
View word page
σκορπίδιον
σκορπίδιονουndimin.σκορπίος 2small catapultfor shooting arrowsPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σκορπίδιον
Headword (normalized):
σκορπίδιον
Headword (normalized/stripped):
σκορπιδιον
IDX:
36750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36751
Key:
σκορπίδιον

Data

{'headword_display': '<b>σκορπίδιον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σκορπίδιον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety>dimin.<Ref>σκορπίος</Ref> 2</Ety></HG><nS1><Tr>small catapult<Expl>for shooting arrows</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'σκορπίδιον'}