Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σκίμπτομαι
σκινδάλαμοι
σκιοειδής
σκιόεις
σκιόθηρον
σκιόωντο
σκῑ́πων
Σκίρα
σκιραφεῖον
σκίραφος
σκῖρον
Σκιροφοριών
σκιρτάω
σκίρτημα
σκίρτησις
Σκῑ́ρων
σκιώδης
σκληροκαρδίᾱ
σκληρός
σκληρότης
σκληροτράχηλος
View word page
σκῖρον
σκῖρονουn cheese-rindAr.

ShortDef

the hard rind

Debugging

Headword:
σκῖρον
Headword (normalized):
σκῖρον
Headword (normalized/stripped):
σκιρον
IDX:
36714
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36715
Key:
σκῖρον

Data

{'headword_display': '<b>σκῖρον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σκῖρον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS></HG> <nS1><Tr>cheese-rind</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'σκῖρον'}