Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σκηνικός
σκηνίς
σκηνῑ́της
σκηνογραφίᾱ
σκηνοπηγίᾱ
σκηνοποιέομαι
σκηνοποιίᾱ
σκηνοποιός
σκηνοφύλαξ
σκηνόω
σκηνύδριον
σκήνωμα
σκηπάνιον
σκήπτομαι
σκηπτός
σκηπτουχίᾱ
σκηπτοῦχος
σκῆπτρον
σκήπτω
σκηρίπτω
σκῆψις
View word page
σκηνύδριον
σκηνύδριονουndimin.σκηνή simple hutPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σκηνύδριον
Headword (normalized):
σκηνύδριον
Headword (normalized/stripped):
σκηνυδριον
IDX:
36669
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36670
Key:
σκηνύδριον

Data

{'headword_display': '<b>σκηνύδριον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σκηνύδριον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety>dimin.<Ref>σκηνή</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>simple hut</Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'σκηνύδριον'}