Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σκευή
σκευοθήκη
σκευοποιέω
σκευοποιήματα
σκευοποιός
σκεῦος
σκευουργίᾱ
σκευοφορέω
σκευοφορικός
σκευοφόρος
σκευοφυλακέω
σκευωρέομαι
σκευώρημα
σκευωρίᾱ
σκέψις
σκήλειε
σκηνάομαι
σκηνέω
σκηνή
σκηνήματα
σκηνίδιον
View word page
σκευοφυλακέω
σκευοφυλακέωcontr.vbφύλαξ guard baggagePlu.

ShortDef

to watch the baggage

Debugging

Headword:
σκευοφυλακέω
Headword (normalized):
σκευοφυλακέω
Headword (normalized/stripped):
σκευοφυλακεω
IDX:
36648
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36649
Key:
σκευοφυλακέω

Data

{'headword_display': '<b>σκευοφυλακέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>σκευοφυλακέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>φύλαξ</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Tr>guard baggage</Tr><Au>Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'σκευοφυλακέω'}