Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σῑτοποιικός
σῑτοποιός
σῑτοπομπίᾱ
σῑτοπώλης
σῖτος
σῑτουργός
σῑτοφάγος
σῑτοφόρος
σῑτοφύλακες
σίττα
σίττη
σῑτώνης
σῑτωνίᾱ
σιφλός
σιφλόω
σῑ́φων
σῑφωνίζω
σῑ́ω
σιωπάω
σιωπή
σιωπηλός
View word page
σίττη
σίττηηςfa kind of birdperh.nuthatchIamb.adesp. Call.

ShortDef

nuthatch, Sitta europaea

Debugging

Headword:
σίττη
Headword (normalized):
σίττη
Headword (normalized/stripped):
σιττη
IDX:
36555
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36556
Key:
σίττη

Data

{'headword_display': '<b>σίττη</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σίττη</HL><Infl>ης</Infl><PS>f</PS></HG><nS1><Def>a kind of bird</Def><nS2><Qualif>perh.</Qualif><Tr>nuthatch</Tr><Au>Iamb.adesp. Call.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'σίττη'}