Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ἄλογος
ἀλόη
ἁλόθεν
ἀλοιάω
ἀλοίδορος
ἁλοίην
ἁλοίμην
ἀλοίτης
ἀλοιφή
ἀλοκίζω
ἁλόμενος
ἄλοξ
ἁλοπήγια
ἄλοπος
ἁλός
ἇλος
ἁλοσύδνη
ᾱ̓λοσύνᾱ
ἁλοῦμαι
ἁλουργής
ἁλουργίς
View word page
ἁλόμενος
ἁλόμενος
aor.2 mid.ptcpl.
see
ἅλλομαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἁλόμενος
Headword (normalized):
ἁλόμενος
Headword (normalized/stripped):
αλομενος
IDX:
3648
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3649
Key:
ἁλόμενος
Data
{'headword_display': '<b>ἁλόμενος</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἁλόμενος<LblR>aor.2 mid.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἅλλομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἁλόμενος'}