Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Σῑληνός
σιλλικύπριον
σίλλοι
σίλφιον
σιλφιόομαι
σῑμαίνω
σιμβλήιος
σιμβληίς
σίμβλος
Σιμόεις
σῑμοπρόσωπος
σῑμός
σῑμότης
Σιμοῦς
σῑ́μωμα
Σιμωνίδης
σιναμωρέω
σιναμωρίᾱ
σινάμωρος
σίνᾱπι
σινδονῑ́της
View word page
σῑμο-πρόσωπος
σῑμοπρόσωποςονadjσῑμόςπρόσωπον of a low-quality horseflat-facedPl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σῑμοπρόσωπος
Headword (normalized):
σῑμοπρόσωπος
Headword (normalized/stripped):
σιμοπροσωπος
IDX:
36486
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36487
Key:
σῑμοπρόσωπος

Data

{'headword_display': '<b>σῑμο-πρόσωπος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>σῑμο<hyph/>πρόσωπος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>σῑμός</Ref><Ref>πρόσωπον</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a low-quality horse</Indic><Tr>flat-faced</Tr><Au>Pl.</Au></aS1></AE>', 'key': 'σῑμοπρόσωπος'}