Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Σικυών
σικχαίνω
σικχός
Σῑληνός
σιλλικύπριον
σίλλοι
σίλφιον
σιλφιόομαι
σῑμαίνω
σιμβλήιος
σιμβληίς
σίμβλος
Σιμόεις
σῑμοπρόσωπος
σῑμός
σῑμότης
Σιμοῦς
σῑ́μωμα
Σιμωνίδης
σιναμωρέω
σιναμωρίᾱ
View word page
σιμβληίς
σιμβληίςίδοςfem.adj of a rockserving as a hiveAR.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σιμβληίς
Headword (normalized):
σιμβληίς
Headword (normalized/stripped):
σιμβληις
IDX:
36483
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36484
Key:
σιμβληίς

Data

{'headword_display': '<b>σιμβληίς</b>', 'content': '<AE><HG><HL>σιμβληίς</HL><Infl>ίδος</Infl><PS>fem.adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a rock</Indic><Tr>serving as a hive</Tr><Au>AR.</Au> </aS1></AE>', 'key': 'σιμβληίς'}