Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σῆμα
σημαίᾱ
σημαιᾱφόρος
σημαίνω
σημαιοφόρος
σημαντήρ
σημαντήριον
σημαντικός
σήμαντρον
σημάντωρ
σημασίᾱ
σηματουργός
σημείᾱ
σημειογράφος
σημεῖον
σημειόομαι
σημειοφόρος
σημερινός
σήμερον
σημήιον
σηπεδών
View word page
σημασίᾱ
σημασίᾱᾱςf verbal expression establishing identitydesignationPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σημασίᾱ
Headword (normalized):
σημασίᾱ
Headword (normalized/stripped):
σημασια
IDX:
36382
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36383
Key:
σημασίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>σημασίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σημασίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Def> verbal expression establishing identity</Def><Tr>designation</Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'σημασίᾱ'}