Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σεύω
σεφθείς
σεωυτόν
σηκάζομαι
σηκίς
σηκοκόρος
σηκός
σήκωμα
σήκωμα
σῆμα
σημαίᾱ
σημαιᾱφόρος
σημαίνω
σημαιοφόρος
σημαντήρ
σημαντήριον
σημαντικός
σήμαντρον
σημάντωρ
σημασίᾱ
σηματουργός
View word page
σημαίᾱ
σημαίᾱfseeσημείᾱ

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σημαίᾱ
Headword (normalized):
σημαίᾱ
Headword (normalized/stripped):
σημαια
IDX:
36373
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36374
Key:
σημαίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>σημαίᾱ</b>', 'content': '<XE><HG><HL>σημαίᾱ</HL><PS>f</PS></HG><XR>see<Ref>σημείᾱ</Ref></XR> </XE>', 'key': 'σημαίᾱ'}