Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σαυτόν
σάφα
σαφέως
σαφήνεια
σαφηνής
σαφηνίζω
σαφής
σαχυφάντης
σάω
σάω
σαώτερος
σαωτήρ
σβέννῡμι
σβέσις
σβεστήριος
σέ
σεαυτόν
σεβάζομαι
σέβας
σεβάσματα
Σεβαστός
View word page
σαώτερος
σαώτεροςcompar.adj.seeσῶς

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σαώτερος
Headword (normalized):
σαώτερος
Headword (normalized/stripped):
σαωτερος
IDX:
36289
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36290
Key:
σαώτερος

Data

{'headword_display': '<b>σαώτερος</b>', 'content': '<XE><RefFm>σαώτερος<LblR>compar.adj.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>σῶς</Ref></XR> </XE>', 'key': 'σαώτερος'}