Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σάρκινος
σαρκίον
σαρκοειδής
σαρκοφάγος
σαρκώδης
Σαρμάτης
σάρξ
σάρον
σαρόω
Σαρπηδών
Σαρωνικός
σαρωνίς
σᾱσαμίς
σᾱσαμόπαστος
σᾱσαμοτῡροπαγής
σᾱσαμόφωκτος
σάσσω
Σατανᾶς
σατίνη
σάτον
σατραπείᾱ
View word page
Σαρωνικός
Σαρωνικός ή όνadj of the gulf betw. Athens and the ArgolidSaronicA. Ε. Call.

ShortDef

Saronic (Gulf, named after Saron, who died in it)

Debugging

Headword:
Σαρωνικός
Headword (normalized):
σαρωνικός
Headword (normalized/stripped):
σαρωνικος
IDX:
36252
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-36253
Key:
Σαρωνικός

Data

{'headword_display': '<b>Σαρωνικός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>Σαρωνικός</HL> <Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of the gulf betw. Athens and the Argolid</Indic><Tr>Saronic</Tr><Au>A. Ε. Call.</Au></aS1></AE>', 'key': 'Σαρωνικός'}