Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀλλοιωτός
ἄλλοκα
ἀλλόκοτος
ἅλλομαι
ἀλλοπρόσαλλος
ἄλλος
ἄλλοσε
ἄλλοτε
ἀλλοτριάζω
ἀλλοτριονομέω
ἀλλοτριοπρᾱγέω
ἀλλοτριοπρᾱγμοσύνη
ἀλλότριος
ἀλλοτριότης
ἀλλοτριόω
ἀλλοτρίωσις
ἄλλοφος
ἀλλοφρονέω
ἀλλόφῡλος
ἀλλόχροος
ἄλλυδις
View word page
ἀλλοτριοπρᾱγέω
ἀλλοτριοπρᾱγέωcontr.vbreltd.πρᾱ́σσω be meddlesomePlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀλλοτριοπρᾱγέω
Headword (normalized):
ἀλλοτριοπρᾱγέω
Headword (normalized/stripped):
αλλοτριοπραγεω
IDX:
3610
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3611
Key:
ἀλλοτριοπρᾱγέω

Data

{'headword_display': '<b>ἀλλοτριοπρᾱγέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀλλοτριοπρᾱγέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety>reltd.<Ref>πρᾱ́σσω</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>be meddlesome</Tr><Au>Plb.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀλλοτριοπρᾱγέω'}