Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ῥαβδουχίᾱ
ῥαβδοῦχος
ῥαβδοφόρος
ῥάβδωσις
ῥαβδωτός
ῥαγδαῖος
ῥαγῆναι
ῥᾱγίζω
ῥαδαλός
Ῥαδάμανθυς
ῥᾳδιέστερος
ῥαδινάκη
ῥαδινός
ῥᾴδιος
ῥᾳδιουργέω
ῥᾳδιούργημα
ῥᾳδιουργίᾱ
ῥᾳδιουργός
ῥαθάμιγξ
ῥαθαπῡγίζω
ῥᾳθῡμέω
View word page
ῥᾳδιέστερος
ῥᾳδιέστερος
compar.adj.
see
ῥᾴδιος
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ῥᾳδιέστερος
Headword (normalized):
ῥᾳδιέστερος
Headword (normalized/stripped):
ραδιεστερος
IDX:
35875
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35876
Key:
ῥᾳδιέστερος
Data
{'headword_display': '<b>ῥᾳδιέστερος</b>', 'content': '<XE><RefFm>ῥᾳδιέστερος<LblR>compar.adj.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ῥᾴδιος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ῥᾳδιέστερος'}