Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ψηφῑδοφόρος
ψηφίζω
ψηφῑ́ς
ψήφισμα
ψηφισματοπώλης
ψηφισματώδης
ψηφοποιός
ψῆφος
ψηφοφορίᾱ
ψήχω
ψιάδδω
ψίαθος
ψιάς
ψιθυρίζω
ψιθύρισμα
ψιθυρισμός
ψιθυριστής
ψίθυρος
ψῑλοκόρσης
ψῑλομετρίᾱ
ψίλον
View word page
ψιάδδω
ψιάδδωLacon.vb play, sportAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ψιάδδω
Headword (normalized):
ψιάδδω
Headword (normalized/stripped):
ψιαδδω
IDX:
35788
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35789
Key:
ψιάδδω

Data

{'headword_display': '<b>ψιάδδω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ψιάδδω</HL><PS>Lacon.vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>play, sport</Tr><Au>Ar.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ψιάδδω'}