Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πταίω
πτάμενος
πτᾱνός
πτάξ
πταρεῖν
πταρμός
πτάρνυμαι
πτάτο
πτελέᾱ
πτερινός
πτέρις
πτέρνη
πτεροδόνητος
πτερόεις
πτερόν
πτεροποίκιλος
πτερορρυέω
πτεροφῑ́τωρ
πτεροφόρᾱς
πτεροφόρος
πτεροφυέω
View word page
πτέρις
πτέριςεωςfplant with feather-like leavesfernTheoc. Plb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πτέρις
Headword (normalized):
πτέρις
Headword (normalized/stripped):
πτερις
IDX:
35397
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35398
Key:
πτέρις

Data

{'headword_display': '<b>πτέρις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πτέρις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG><nS1><Def>plant with feather-like leaves</Def><Tr>fern</Tr><Au>Theoc. Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πτέρις'}