Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πρωκτοτηρέω
πρών
πρώξ
πρῷος
πρῷρα
πρῳρᾱτεύω
πρῳρᾱ́της
πρῳρεύς
πρῴρηθεν
Πρωταγόρᾱς
πρωτάγριον
πρωταγωνιστέω
πρώταρχος
πρωτεῖον
Πρωτεσίλᾱος
πρωτεύς
πρωτεύω
πρώτιστος
πρωτοβόλος
πρωτογενής
πρωτόγονος
View word page
πρωτ-άγριον
πρωτ-άγριονουnπρῶτοςἄγρᾱ concr.first capturein a hunt, ref. to deerCall.

ShortDef

the first fruits of the chase

Debugging

Headword:
πρωτάγριον
Headword (normalized):
πρωτάγριον
Headword (normalized/stripped):
πρωταγριον
IDX:
35356
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35357
Key:
πρωτάγριον

Data

{'headword_display': '<b>πρωτ-άγριον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πρωτ-άγριον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>πρῶτος</Ref><Ref>ἄγρᾱ</Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>concr.</Indic><Tr>first capture<Expl>in a hunt, ref. to deer</Expl></Tr><Au>Call.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πρωτάγριον'}