Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πρωιζά
πρω̆ιηρότης
πρώιμος
πρώιος
πρωίτερον
πρώκιος
πρώκροον
πρωκτίζω
πρωκτοπεντετηρίς
πρωκτός
πρωκτοτηρέω
πρών
πρώξ
πρῷος
πρῷρα
πρῳρᾱτεύω
πρῳρᾱ́της
πρῳρεύς
πρῴρηθεν
Πρωταγόρᾱς
πρωτάγριον
View word page
πρωκτο-τηρέω
πρωκτο-τηρέωcontr.vb be an arsehole-sleuthi.e. keep a watch out for buggers, ref. to corrupt politiciansAr.

ShortDef

to be a watcher of πρωκτοί

Debugging

Headword:
πρωκτοτηρέω
Headword (normalized):
πρωκτοτηρέω
Headword (normalized/stripped):
πρωκτοτηρεω
IDX:
35346
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35347
Key:
πρωκτοτηρέω

Data

{'headword_display': '<b>πρωκτο-τηρέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>πρωκτο-τηρέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>be an arsehole-sleuth<Expl>i.e. keep a watch out for buggers, ref. to corrupt politicians</Expl></Tr><Au>Ar.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'πρωκτοτηρέω'}