Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πρώην
πρῳηρότης
πρωθήβης
πρωί
πρωίᾱ
πρωιζά
πρω̆ιηρότης
πρώιμος
πρώιος
πρωίτερον
πρώκιος
πρώκροον
πρωκτίζω
πρωκτοπεντετηρίς
πρωκτός
πρωκτοτηρέω
πρών
πρώξ
πρῷος
πρῷρα
πρῳρᾱτεύω
View word page
πρώκιος
πρώκιοςονadjπρώξ of sustenance for a cicadafrom dewdropsCall.

ShortDef

dewy

Debugging

Headword:
πρώκιος
Headword (normalized):
πρώκιος
Headword (normalized/stripped):
πρωκιος
IDX:
35341
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35342
Key:
πρώκιος

Data

{'headword_display': '<b>πρώκιος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πρώκιος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πρώξ</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of sustenance for a cicada</Indic><Tr>from dewdrops</Tr><Au>Call.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πρώκιος'}