Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προφῆτις
προφθάνω
προφοβέομαι
προφοβητικός
προφορᾱ́
προφορέομαι
προφράζω
πρόφρων
προφύλακες
προφυλακή
προφυλακίς
προφυλάσσω
προφύομαι
προφῡράω
προφυτεύω
προφωνέω
προχαίρω
προχαλκεύω
προχάνᾱ
προχειρίζομαι
πρόχειρος
View word page
προφυλακίς
προφυλακίςίδοςfem.adjof shipsacting as a lookoutTh.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προφυλακίς
Headword (normalized):
προφυλακίς
Headword (normalized/stripped):
προφυλακις
IDX:
35281
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35282
Key:
προφυλακίς

Data

{'headword_display': '<b>προφυλακίς</b>', 'content': '<AE><HG><HL>προφυλακίς</HL><Infl>ίδος</Infl><PS>fem.adj</PS></HG><aS1><Indic>of ships</Indic><Tr>acting as a lookout</Tr><Au>Th.</Au></aS1></AE>', 'key': 'προφυλακίς'}