Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προφητεύω
προφήτης
προφῆτις
προφθάνω
προφοβέομαι
προφοβητικός
προφορᾱ́
προφορέομαι
προφράζω
πρόφρων
προφύλακες
προφυλακή
προφυλακίς
προφυλάσσω
προφύομαι
προφῡράω
προφυτεύω
προφωνέω
προχαίρω
προχαλκεύω
προχάνᾱ
View word page
προ-φύλακες
προφύλακεςωνm.pl advance guard, outpostTh. X. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προφύλακες
Headword (normalized):
προφύλακες
Headword (normalized/stripped):
προφυλακες
IDX:
35279
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35280
Key:
προφύλακες

Data

{'headword_display': '<b>προ-φύλακες</b>', 'content': '<NE><HG><HL>προ<hyph/>φύλακες</HL><Infl>ων</Infl><PS>m.pl</PS></HG> <nS1><Tr>advance guard, outpost</Tr><Au>Th. X. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'προφύλακες'}